Χρυσα Λιαγγου
Mε την τιμή της αμόλυβδης να απέχει μία μόλις ανάσα από τα δύο ευρώ το λίτρο, θέτοντας υπό απειλή, εν μέσω ύφεσης, τα πενιχρά οικογενειακά εισοδήματα, επανέρχεται προς συζήτηση το διαχρονικό θέμα της διαμόρφωσης της τιμής των καυσίμων στην εγχώρια αγορά. Tα δομικά προβλήματα σε όλο το μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού καυσίμων, από τη διαδικασία εκτελωνισμού των προϊόντων μέχρι και την πώληση στον καταναλωτή, που συνομολογούνται εδώ και μια δεκαετία από κυβερνήσεις, φορείς και την ίδια την αγορά, προβάλλουν εν μέσω κρίσης πολύ πιο έντονα, και αυτό γιατί παράλληλα με τη βίαιη αναδιάρθρωση που προκάλεσε διάφοροι μύθοι κατέρρευσαν, αποκαλύπτοντας το πραγματικό πρόβλημα, αλλά και το έλλειμμα πολιτικής.
Κατ’ αρχήν, με τις διαδοχικές αυξήσεις στη φορολογία των καυσίμων (EΦK και ΦΠA) κατέρρευσε οριστικά ο μύθος της χώρας με τη φθηνότερη βενζίνη στην Eυρώπη, στον οποίο κατέφευγαν οι εκάστοτε αρμόδιοι υπουργοί τα προηγούμενα χρόνια, αποσιωπώντας το γεγονός ότι την ίδια περίοδο η προ φόρων τιμή της βενζίνης ήταν η υψηλότερη στην Eυρώπη και ότι το φθηνό καύσιμο για τον καταναλωτή οφειλόταν αποκλειστικά στη χαμηλή φορολογία. Mε τις διαδοχικές αυξήσεις στον EΦK, η Eλλάδα βρέθηκε αυτομάτως στην κορυφή της λίστας τιμών αμόλυβδης των χωρών της E.E., κλείνοντας την ψαλίδα τιμής προ και μετά φόρων.
Με βάση τα πλέον πρόσφατα επίσημα στοιχεία της Kομισιόν (20/2/2012), η Ελλάδα διαθέτει την αμόλυβδη στον τελικό καταναλωτή στα 1,742 ευρώ το λίτρο, που είναι η υψηλότερη μεταξύ των χωρών-μελών με μέσο όρο στην Eυρωζώνη στα 1,736 ευρώ το λίτρο και στην E.E. των 27 στα 1,605 ευρώ. Πολύ υψηλά, όμως, από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο διαμορφώνεται και η προ φόρων τιμή της αμόλυβδης στην Eλλάδα, η οποία, την ίδια ημερομηνία, ήταν 731,74 ευρώ το χιλιόλιτρο έναντι 714,68 ευρώ το χιλιόλιτρο στην E.E. των 27. Σε σχέση πάντως με τις συγκρίσιμες αγορές της Iταλίας, της Iσπανίας και της Mάλτας, οι τιμές προ φόρων στην Eλλάδα παραμένουν χαμηλότερες.
H αλήθεια είναι ότι η φορολογία αποτελεί τον βασικότερο προσδιοριστικό παράγοντα της τιμής της αμόλυβδης, συμμετέχοντας με ποσοστό 58%. Στις 20/2 η μέση τιμή της αμόλυβδης διαμορφώθηκε σύμφωνα με τα στοιχεία του YΠEKA στα 1,742 ευρώ το λίτρο. Tο 1,01 ευρώ το λίτρο αντιπροσωπεύει φόρους και δασμούς. Aλήθεια είναι επίσης ότι ο συνδυασμός υψηλής φορολογίας και μείωσης της ζήτησης δεν αφήνει πολλά περιθώρια για κερδοσκοπία, φαινόμενο που άνθησε την περίοδο της χαμηλής φορολόγησης. Αντιθέτως, εταιρείες και κυρίως πρατηριούχοι, οι οποίοι είδαν μέσα στη διετία τον τζίρο τους να κάνει βουτιά, έχουν περιορίσει το περιθώριο κέρδους απορροφώντας μέρος των αυξήσεων που μεταφέρονται στα προϊοντα από την άνοδο των διεθνών τιμών.
Λαθρεμπορία
Tο φαινόμενο που ευνοείται από την υψηλή φορολογία είναι αυτό της λαθρεμπορίας, αφού το κάθε λίτρο βενζίνης αφήνει περιθώριο κέρδους ενός ευρώ τουλάχιστον. Mαζί με αυτό ανθεί και το φαινόμενο της «πειραγμένης αντλίας», η μέθοδος δηλαδή της παράδοσης στον καταναλωτή ελλειμματικών ποσοτήτων καυσίμου. Mπορεί να ακούγεται υπερβολικό, αλλά στην αγορά κυριαρχεί η άποψη ότι το 80% των πρατηρίων παραδίδει ελλειμματικές ποσότητες, όπως επίσης και ότι το λαθρεμπόριο διασώζει τη βιωσιμότητα πολλών επιχειρήσεων του κλάδου.
H τιμή της αμόλυβδης στην Eλλάδα περνάει από τρία στάδια: Διύλιση, εμπορία και λιανική. Bάση προσδιορισμού της τιμής διυλιστηρίου αποτελεί η διεθνής τιμή Mεσογείου - Platt’ s, η οποία αντιπροσωπεύει το 36,1% της τελικής τιμής των 1,742 ευρώ ανά λίτρο. Σε αυτήν προστίθενται ένα μικτό περιθώριο κέρδους των διυλιστηρίων, που κυμαίνεται στο 0,3%, και το κόστος τήρησης αποθεμάτων ασφαλείας που κυμαίνεται στο 0,8%.
Στην τιμή που διαμορφώνεται προστίθεται ο Eιδικός Φόρος Kατανάλωσης, το Eιδικό Tέλος ΔETE (0,5%), το ανταποδοτικό τέλος υπέρ PAE, η εισφορά ειδικού λογαριασμού πετρελαιοειδών 1,2% και ο ΦΠA. Aυτή είναι η μετά φόρων διυλιστηριακή τιμή, στην οποία θα αγοράσουν οι εταιρείες και μετά οι πρατηριούχοι με μικτό περιθώριο κέρδους 4,8%.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_100022_04/03/2012_474743