«Η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε δίλημμα», αναφέρουν
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 17:10

Εκτενείς αναφορές κάνει ο γερμανόφωνος Τύπος στη διαμάχη που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στην επικεφαλής του ΔΝΤ κυρία Κριστίν Λαγκάρντ και τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών κ. Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, σχετικά με τη συνέχιση των πολιτικών λιτότητας στην Ευρώπη αλλά και την παροχή πίστωσης χρόνου στην Ελλάδα.
Στο σημερινό της φύλλο, η Süddeutsche Zeitung αφιερώνει τμήμα της ειδησεογραφικής κάλυψης στην δήλωση της επικεφαλής του ΔΝΤ, για την ανάγκη παροχής πίστωσης χρόνου στην Ελλάδα και τη στάση που τηρείται από πλευράς της γερμανίδας Καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ, έναντι αυτής της πρότασης.
Το δημοσίευμα αναφέρει ότι σε χθεσινή της τοποθέτηση στην ετήσια συνάντηση του ΔΝΤ και την Παγκόσμιας Τράπεζας στο Τόκιο, η Κριστίν Λαγκάρντ τοποθετήθηκε υπέρ της παραχώρησης μιας πίστωσης χρόνου προς την Ελλάδα, προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι στόχοι της δημοσιονομικής εξοικονόμησης και των μεταρρυθμιστικών παρεμβάσεων, ασκώντας ταυτόχρονα κριτική στους Ευρωπαίους ότι καθυστέρησαν να λάβουν σαφείς αποφάσεις στην περίπτωση της Ελλάδας.
Απέναντι σε αυτήν την τοποθέτηση, η γερμανίδα καγκελάριος απέφυγε να προβεί σε σχολιασμό και περιορίστηκε να δηλώσει ότι αναμένει την έκθεση της τρόικας, προκειμένου η γερμανική πλευρά να σχηματίσει την άποψή της για το θέμα, ενώ στην ίδια γραμμή κινείται κι η γνώμη που εξέφρασε ο γερμανός υπουργός οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στο Τόκιο. Όπως επισημαίνεται, η πρόταση Lagarde προκάλεσε έκπληξη με δεδομένο το τελεσίγραφο των κρατών – μελών της ευρωζώνης προς την Ελλάδα για τις 18 Οκτωβρίου και το Βερολίνο τάσσεται εναντίον μιας παράτασης των προθεσμιών που έχουν τεθεί για την επίτευξη των στόχων στην Ελλάδα, δεδομένου ότι μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να συνδέεται με την παροχή επιπρόσθετης οικονομικής βοήθειας που υπολογίζεται στα 20 δισ. ευρώ.
Γίνεται αναφορά και στο γεγονός ότι στο πλαίσιο της συνάντησης στο Τόκιο ετέθη προς συζήτηση και το θέμα ενός δεύτερου κουρέματος χρέους για την Ελλάδα, αλλά αυτή τη φορά όχι σε βάρος των τραπεζών, αλλά σε βάρος των δημοσίων δανειστών, δηλαδή των κρατών – μελών του ευρώ. Η προοπτική των απωλειών εγείρει αντιστάσεις τόσο από τη γερμανική, όσο και από πλευράς των άλλων θιγόμενων χωρών της Ευρωζώνης.
Το δημοσίευμα καταλήγει με την επισήμανση ότι το υπόβαθρο της συζήτησης για ένα δεύτερο κούρεμα χρέους προκύπτει από τις εκτιμήσεις της Τρόϊκα ότι η Ελλάδα δε θα μπορεί να αυτοχρηματοδοτηθεί από το 2015 και εξής όπως προέβλεπε ο αρχικός σχεδιασμός, ενώ δεν αναμένεται συμπίεση του συνολικού όγκου του χρέους στο 120% του ΑΕΠ προ του 2020. Και ενώ αυτή η εξέλιξη θεωρείται διαχειρίσιμη, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ δεν επιθυμούν να απαλλάξουν την Ελλάδα από τις υποχρεώσεις της, πράγμα που σημαίνει ότι κράτη – μέλη του ευρώ είναι υποχρεωμένα να παρέμβουν προκειμένου η Ελλάδα να διατηρηθεί εντός ευρώ.
Σε άρθρο της Die Welt με τίτλο «Η Ευρώπη πρέπει να αποφασίσει», ο αρθογράφος επισημαίνει ότι ο υπουργός οικονομικών της Γερμανίας έχει τεθεί πολλές φορές, σε διεθνείς συναντήσεις, ενώπιον του ερωτήματος, τι κάνουν οι Ευρωπαίοι για να λύσουν το πρόβλημα χρέους που αντιμετωπίζει στην Ευρωζώνη. Ο ίδιος προσπάθησε να περάσει στην επίθεση με άρθρο του στην "Wall Street Journal", στο οποίο υποστήριξε ότι η Ευρώπη έχει κάνει πολλά και βρίσκεται σε καλό δρόμο. Είναι σαφές ότι η προσπάθειά του ήταν να αποσπάσει την προσοχή από το ευρωπαϊκό πρόβλημα., απέτυχε ως προς αυτό.
Στην ετήσια Σύνοδο του ΔΝΤ στο Τόκιο ο Σόιμπλε ήρθε εκ νέου αντιμέτωπος με το ερώτημα, τι προτίθεται να κάνει η Ευρώπη για να επιλύσει το πρόβλημα της Ελλάδας. Αναφορικά με το ζήτημα αυτό, κανένας στην γερμανική κυβέρνηση δεν διαθέτει μία πειστική απάντηση. Η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι χρεοκοπημένη. Η νέα δανειακή βοήθεια βελτιώνει προσωρινά την κατάσταση, αυξάνει όμως μακροπρόθεσμα το βάρος του χρέους. Σε βάθος χρόνου υπάρχουν για την Ελλάδα δύο λύσεις. Είτε η χώρα θα εξέλθει της ευρωζώνης, προκειμένου με ένα υποτιμημένο νόμισμα να επανακτήσει την ανταγωνιστικότητά της. Αν δεν ακολουθηθεί αυτή η λύση, θα πρέπει να δοθεί στην Ελλάδα περισσότερος χρόνος, αλλά και να υπάρξει μερική άφεση χρέους. Η Ευρώπη θα πρέπει να αποφασίσει για έναν από τους δύο δρόμους και μάλιστα σύντομα. Μέχρι να γίνει αυτό, ο Σόιμπλε θα είναι υποχρεωμένος σε διεθνείς συναντήσεις να ανέχεται τις ίδιες ερωτήσεις.
Σε άρθρο της εφημερίδας Financial Times Deutschland γίνεται στην πρόταση της επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ για την επιμήκυνση του ελληνικού προγράμματος εξυγίανσης της οικονομίας και στις αντιδράσεις του γερμανού υπουργού οικονομικών και προσωπικού της φίλου, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Κατά την Λαγκάρντ η πολιτική της λιτότητας συρρικνώνει την οικονομία πολύ περισσότερο απ’ όσο μέχρι τώρα υπολογιζόταν. Γι’ αυτό και θα είναι πιο σημαντικό για την Ευρώπη, να εφαρμόσει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, παρά να προσπαθεί την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων. Με την πρότασή της για την Ελλάδα, η Λαγκάρντ φάνηκε να στηρίζει την απαίτηση του Έλληνα Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά για την επιμήκυνση κατά δύο χρόνια του χρόνου εφαρμογής των αναγκαίων περικοπών.
Η πρόταση της επικεφαλής του ΔΝΤ είναι ικανή να ξεκινήσει στην Ευρώπη μία ευρύτερη συζήτηση για το πόσο σκληρά θα πρέπει να αντιμετωπίζουν οι Βρυξέλλες τις υπερχρεωμένες χώρες, όχι μόνον την ευρωπαϊκής περιφέρειας, αλλά και χώρες του σκληρού πυρήνα της Ευρώπης, όπως η Γαλλία και η Ιταλία. Το αν η πρόταση της Λαγκάρντ τελικά θα επικρατήσει, είναι πάντως αβέβαιο, καθώς το μεγαλύτερο βάρος της διάσωσης της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας το έχουν αναλάβει τα κράτη της Ευρωζώνης και η ΕΚΤ. Πάντως, η διαμάχη για τα σωστά μέσα αντιμετώπισης της διεθνούς οικονομικής κρίσης κλιμακώνεται εκ νέου, με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να απορρίπτει με αυστηρότητα χθες όλες τις συμβουλές και την κριτική για την διαχείριση της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη. Σε σχέση με την απαίτηση της Λαγκάρντ για την χρονική επιμήκυνση του ελληνικού προγράμματος, ο Σόιμπλε αρνήθηκε μεν να σχολιάσει, παρέπεμψε όμως στην έκθεση της τρόικα για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. Επιπλέον, απέρριψε την εκτίμηση του ΔΝΤ, ότι μέχρι τώρα οι προσπάθειες των κρατών της Ευρωζώνης δεν έχουν αποδειχθεί αρκετές και τόνισε ότι η Ευρώπη θα λύσει τα προβλήματά της.
Άρθρο της αυστριακής εφημερίδας Wiener Zeitung υπό τον τίτλο «Το ΔΝΤ δείχνει την ήπια πλευρά του» αναφέρεται στην πρόταση της επικεφαλής του ΔΝΤ, για την επιμήκυνση του ελληνικού προγράμματος εξυγίανσης της οικονομίας σε συνδυασμό με νέα αναδιάρθρωση αλλά και στην επικέντρωση του επικεφαλής της Παγκόσμιας Τράπεζας Kim στην ανάπτυξη.
Ο αρθρογράφος τονίζει ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει πάρα πολύ από τον Μάρτιο του 2010, όταν πολλοί Ευρωπαίοι τάσσονταν υπέρ της συμμετοχής του ΔΝΤ στο πρόγραμμα βοήθειας της Ελλάδας, καθώς μόνο με αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλιζόταν η τήρηση από την Ελλάδα της σκληρής πολιτικής περικοπών και λιτότητας. Η Ευρ. Επιτροπή και η ΕΚΤ, λεγόταν τότε, δεν διαθέτουν την απαιτούμενη σκληρότητα για να επιτύχουν την πειθαρχία των δημοσιονομικών παραβατών. Μάλιστα, Χανς-Βέρνερ Ζιν από το Ινστιτούτο Ifo του Μονάχου εξέφραζε την άποψη ότι τα προγράμματα βοήθειας θα πρέπει να αναληφθούν αποκλειστικά από το ΔΝΤ, ώστε η λαϊκή οργή από την λιτότητα να μην έχει αποδέκτη την ΕΕ. Σε αυτό είχε απόλυτο δίκιο, καθώς η οργή των Ελλήνων έχει κύριο αποδέκτη το Βερολίνο και την Καγκελάριο Μέρκελ.
Σήμερα το ΔΝΤ, το οποίο πολλές φορές στο παρελθόν έχει κατηγορηθεί για νεοφιλελεύθερες απόψεις, επιδεικνύει ευγένεια και τάσσεται υπέρ μίας πολύ πιο ήπιας πολιτικής από τα άλλα μέλη της τρόικα, όπως άλλωστε διαφάνηκε και στην ετήσια σύνοδό του στο Τόκυο. Η αλλαγή πορείας δεν είναι τόσο απότομη, όσο φαίνεται. Πριν από μήνες η Lagarde εκφράστηκε εναντίον της εμμονής σε ορισμένους στόχους για το χρέος και υπέρ της τακτικής επιδίωξης μεταρρυθμιστικών στόχων και της λιτότητας. Σε διαφορετική περίπτωση, προειδοποίησε, η οικονομία θα συρρικνώνεται.
Το ΔΝΤ δεν αρνείται την ανάγκη περικοπών και λιτότητας, αλλά μειώνει την δόση. Αυτό δεν είναι αυτονόητο, καθώς ήταν το ΔΝΤ που έθεσε τον στόχο της μείωσης του ελληνικού χρέους στο 120% του ΑΕΠ μέχρι το 2020, ώστε να επιτευχθεί η βιωσιμότητά του. Το ότι η Ελλάδα δεν θα επιτύχει τον στο αυτό, είναι βέβαιο. Παρά το ότι το καταστατικό του ΔΝΤ θέτει ως προϋπόθεση για την παροχή βοήθειας την ύπαρξη προοπτικής, η Λαγκάρντ τάχθηκε υπέρ της επιμήκυνσης του ελληνικού προγράμματος, αίτημα που έχει διατυπώσει και ο Έλληνας Πρωθυπουργός Α. Σαμαράς. Αυτό όμως θα σήμαινε αυτομάτως την ανάγκη για ένα τρίτο πακέτο βοήθειας. Η Διευθύντρια του ΔΝΤ ζήτησε περισσότερο χρόνο και για την Πορτογαλία και για την Ισπανία.
Οι χειρισμοί του ΔΝΤ σε σχέση με την ευρωπαϊκή κρίση χρέους αποτελούν αντικείμενο κριτικής και εντός του Ταμείου. Δυσφορία προκαλούν τα τεχνάσματα του ΔΝΤ σε σχέση με τις εκθέσεις προόδου του ελληνικού προγράμματος, ενώ αναδυόμενες χώρες, όπως η Βραζιλία, έχουν ολοένα και λιγότερη κατανόηση για την ανάληψη πιστωτικών κινδύνων στην πλούσια Ευρώπη.
Η αλλαγή πορείας του ΔΝΤ οφείλεται στο ότι σκέπτεται ρεαλιστικά. Την ώρα που η Μέρκελ, όταν αναφέρεται στην Ελλάδα, έχει στο πίσω μέρος του μυαλού της το τι θα πουν οι πολίτες, το κοινοβούλιο και το Συνταγματικό Δικαστήριο, η Lagarde γνωρίζει ότι η διαρκής όξυνση της πολιτικής λιτότητας οδηγεί σε αδιέξοδο.
Γι’ αυτό και το ΔΝΤ ήταν η κινητήρια δύναμη και στην πρώτη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Η αναδιάρθρωση έπληξε κυρίως τις τράπεζες και τις ασφαλιστικές εταιρίες, αλλά το ελληνικό χρέος δεν μειώθηκε, καθώς επιβαρύνθηκε από τα πακέτα βοήθειας. Έτσι, το ΔΝΤ πιέζει τώρα για δεύτερη αναδιάρθρωση, αυτήν την φορά των απαιτήσεων των δημόσιων πιστωτών. Η ΕΚΤ και ο γερμανός υπουργός οικονομικών Σόιμπλε έχουν ήδη απορρίψει την ιδέα, την ώρα που ο Ράινερ Μπρέντερλε επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του συγκυβερνώντος φιλελεύθερου κόμματος FDP τάσσεται μόνον υπέρ της χρονικής επιμήκυνσης.
Ποιά θα μπορούσε να είναι η λύση; Το να αφεθεί η Ελλάδα να χρεοκοπήσει θα ισοδυναμούσε με την θανάτωση ενός ασθενούς, ο οποίος αρχίζει να βγαίνει από το κώμα. Αυτό το διαβλέπουν και οι Γερμανοί πολίτες, οι οποίοι σε δημοσκόπηση του ZDF τάχθηκαν κατά πλειοψηφία υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στην ευρωζώνη. Οι δημοσκοπήσεις του Αυγούστου παρουσίαζαν την ακριβώς αντίθετη εικόνα.
Η Ελλάδα βρίσκεται για πέμπτη χρονιά σε ύφεση. Τουλάχιστον η μείωση του μισθολογικού κόστους βοήθησε τόσο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, ώστε η βιομηχανική παραγωγή τον Αύγουστο να αυξηθεί για πρώτη φορά στα τελευταία τέσσερα χρόνια. Γι’ αυτό και η έκθεση της τρόικα, η οποία αναμένεται το αργότερο μέχρι τον Νοέμβριο, θα είναι μεν επικριτική αλλά όχι απορριπτική. Κανείς δεν αμφιβάλλει πλέον ότι η επόμενη δόση των 31,5 δις Ευρώ από την δανειακή βοήθεια θα εκταμιευθεί.
Υπό τον τίτλο «ευρώ εναντίον μάρκου», οι Financial Times Deutschland αναφέρεται στην παρουσίαση των βιβλίων δυο κορυφαίων οικονομολόγων, του Πέτερ Μπόφινγκερ(«Επιστροφήστο Μάρκο;») και του Χανς-Βέρνερ Ζιν («Η παγίδα του Target 2») σχετικά με την ευρω-κρίση. Σε αυτά παρουσιάζονται διαμετρικά αντίθετες απόψεις για το ποια θα πρέπει να είναι η πολιτική της Γερμανίας στο ζήτημα αυτό.
Ο Ζιν προτείνει, μεταξύ άλλων, τον περιορισμό του εσωτερικού μηχανισμού πληρωμών Target 2 και την θέσπιση της δυνατότητας προσωρινής αποχώρησης κρατών από την Ευρωζώνη. Ο Μπόφινγκερ από την πλευρά του υποστηρίζει ότι με αυτά τα μέτρα είναι βέβαιη η κατάρρευση της νομισματικής ένωσης και η επιστροφή στα εθνικά νομίσματα. Ο Ζιν αποφεύγει να απαντήσει στο ποιες θα ήταν οι επιπτώσεις για το σύνολο της Ευρωζώνης από την αποχώρηση ενός κράτους-μέλους της από αυτήν και υποστηρίζει ότι τον φόβο των επιπτώσεων από την έξοδο χωρών από την ευρωζώνη τον διασπείρουν οι τράπεζες.
Ο επικεφαλής του Ινστιτούτου Ifo του Μονάχου αντικρούει την άποψη της καγκελαρίου Μέρκελ, ότι η Γερμανία έχει επωφεληθεί από το Ευρώ, καθώς η ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας ήταν η μικρότερη σε ολόκληρη την Ευρωζώνη, πίσω μόνον από την Ιταλία. Ο Μπόφινγκερ υποστηρίζει ότι η απάντηση στο ζήτημα αυτό δεν είναι εύκολη, αλλά επισημαίνει ότι τα εμπορικά πλεονάσματα της Γερμανίας θα οδηγούσαν, αν υπήρχε το μάρκο, σε ισχυρή ανατίμησή του, πράγμα που τελικά θα έβλαπτε την οικονομία.
Σε σχέση με την ανάγκη πραγματοποίησης μεταρρυθμίσεων στην νότια Ευρώπη, ο Μπόφινγκερ εμφανίζεται πολύ πιο αισιόδοξος από τον Ζιν. Έτσι, θεωρεί ότι η αναγκαιότητα μείωσης των μισθών στην Ελλάδα δεν ήταν τόσο μεγάλη, όσο ελέγετο. Για να αποδείξει τους ισχυρισμούς του χρησιμοποιεί υπολογισμούς της Ευρ. Επιτροπής, σύμφωνα με τους οποίους το μισθολογικό κόστος σήμερα έχει αυξηθεί κατά 22% σε σχέση με το 1999, την ώρα που στον ευρω-χώρο η αύξηση έφτασε στο 23%. Επιπλέον, ο Μπόφινγκερ αξιοποιεί στοιχεία του ΟΟΣΑ, σύμφωνα με τα οποία σε όλες τις χώρες της νότιας Ευρώπης μέσα στα τελευταία 2-3 χρόνια σημειώθηκε αξιοσημείωτη πρόοδος. Ο Ζιν χρησιμοποιεί και αυτός στοιχεία του ΟΟΣΑ για να πείσει ότι οι τιμές σε Ελλάδα και Πορτογαλία είναι κατά πολύ υψηλότερες από αυτές της Τουρκίας: «Η Τουρκία έχει το ίδιο νερό, τα ίδια φαγητά και τα ίδια μνημεία με την Ελλάδα. Ωστόσο, η Ελλάδα είναι κατά 64% ακριβότερη». Επιπλέον, η Goldman Sachs εκτιμά την ανάγκη εσωτερικής υποτίμησης κατά 30% στην Ελλάδα, κατά 35% στην Πορτογαλία και 20% στην Ισπανία και την Γαλλία. Γι’ αυτό, η Ελλάδα και Πορτογαλία έχουν «μόνον ελάχιστες ελπίδες εντός του Ευρω-χώρου».
Κατά τον Ζιν, η συνέχιση της ευρωζώνης εξαρτάται μόνον από την πρωταθλήτρια στις πληρωμές Γερμανία. Οι υπερχρεωμένες χώρες θα πρέπει κατά την άποψή του να σκεφτούν το ενδεχόμενο εξόδου από την Ευρωζώνη. Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, το υψηλό επιτόκιο δανεισμού των υπερχρεωμένων χωρών είναι λογικό. Αντίθετα, ο Μπόφινγκερ αποδίδει «το μεγαλύτερο μέρος» των σημερινών προβλημάτων στην αποτυχία της αγοράς και προειδοποιεί ότι η επικράτηση απόψεων όπως αυτές που διατυπώνει ο Ζιν θα σήμαιναν το τέλος του Ευρώ. Στις υπερχρεωμένες χώρες θα ξεσπούσε κρίση, όλοι θα έσπευδαν στις τράπεζες να αποσύρουν τις καταθέσεις τους και τα κρατικά ομόλογα θα γίνονταν ακριβότερα. Για τον Μπόφινγκερ η λύση είναι η μεγαλύτερη ενσωμάτωση στην ΕΕ.
Στο σημερινό της φύλλο, η Süddeutsche Zeitung αφιερώνει τμήμα της ειδησεογραφικής κάλυψης στην δήλωση της επικεφαλής του ΔΝΤ, για την ανάγκη παροχής πίστωσης χρόνου στην Ελλάδα και τη στάση που τηρείται από πλευράς της γερμανίδας Καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ, έναντι αυτής της πρότασης.
Το δημοσίευμα αναφέρει ότι σε χθεσινή της τοποθέτηση στην ετήσια συνάντηση του ΔΝΤ και την Παγκόσμιας Τράπεζας στο Τόκιο, η Κριστίν Λαγκάρντ τοποθετήθηκε υπέρ της παραχώρησης μιας πίστωσης χρόνου προς την Ελλάδα, προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι στόχοι της δημοσιονομικής εξοικονόμησης και των μεταρρυθμιστικών παρεμβάσεων, ασκώντας ταυτόχρονα κριτική στους Ευρωπαίους ότι καθυστέρησαν να λάβουν σαφείς αποφάσεις στην περίπτωση της Ελλάδας.
Απέναντι σε αυτήν την τοποθέτηση, η γερμανίδα καγκελάριος απέφυγε να προβεί σε σχολιασμό και περιορίστηκε να δηλώσει ότι αναμένει την έκθεση της τρόικας, προκειμένου η γερμανική πλευρά να σχηματίσει την άποψή της για το θέμα, ενώ στην ίδια γραμμή κινείται κι η γνώμη που εξέφρασε ο γερμανός υπουργός οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στο Τόκιο. Όπως επισημαίνεται, η πρόταση Lagarde προκάλεσε έκπληξη με δεδομένο το τελεσίγραφο των κρατών – μελών της ευρωζώνης προς την Ελλάδα για τις 18 Οκτωβρίου και το Βερολίνο τάσσεται εναντίον μιας παράτασης των προθεσμιών που έχουν τεθεί για την επίτευξη των στόχων στην Ελλάδα, δεδομένου ότι μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να συνδέεται με την παροχή επιπρόσθετης οικονομικής βοήθειας που υπολογίζεται στα 20 δισ. ευρώ.
Γίνεται αναφορά και στο γεγονός ότι στο πλαίσιο της συνάντησης στο Τόκιο ετέθη προς συζήτηση και το θέμα ενός δεύτερου κουρέματος χρέους για την Ελλάδα, αλλά αυτή τη φορά όχι σε βάρος των τραπεζών, αλλά σε βάρος των δημοσίων δανειστών, δηλαδή των κρατών – μελών του ευρώ. Η προοπτική των απωλειών εγείρει αντιστάσεις τόσο από τη γερμανική, όσο και από πλευράς των άλλων θιγόμενων χωρών της Ευρωζώνης.
Το δημοσίευμα καταλήγει με την επισήμανση ότι το υπόβαθρο της συζήτησης για ένα δεύτερο κούρεμα χρέους προκύπτει από τις εκτιμήσεις της Τρόϊκα ότι η Ελλάδα δε θα μπορεί να αυτοχρηματοδοτηθεί από το 2015 και εξής όπως προέβλεπε ο αρχικός σχεδιασμός, ενώ δεν αναμένεται συμπίεση του συνολικού όγκου του χρέους στο 120% του ΑΕΠ προ του 2020. Και ενώ αυτή η εξέλιξη θεωρείται διαχειρίσιμη, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ δεν επιθυμούν να απαλλάξουν την Ελλάδα από τις υποχρεώσεις της, πράγμα που σημαίνει ότι κράτη – μέλη του ευρώ είναι υποχρεωμένα να παρέμβουν προκειμένου η Ελλάδα να διατηρηθεί εντός ευρώ.
Σε άρθρο της Die Welt με τίτλο «Η Ευρώπη πρέπει να αποφασίσει», ο αρθογράφος επισημαίνει ότι ο υπουργός οικονομικών της Γερμανίας έχει τεθεί πολλές φορές, σε διεθνείς συναντήσεις, ενώπιον του ερωτήματος, τι κάνουν οι Ευρωπαίοι για να λύσουν το πρόβλημα χρέους που αντιμετωπίζει στην Ευρωζώνη. Ο ίδιος προσπάθησε να περάσει στην επίθεση με άρθρο του στην "Wall Street Journal", στο οποίο υποστήριξε ότι η Ευρώπη έχει κάνει πολλά και βρίσκεται σε καλό δρόμο. Είναι σαφές ότι η προσπάθειά του ήταν να αποσπάσει την προσοχή από το ευρωπαϊκό πρόβλημα., απέτυχε ως προς αυτό.
Στην ετήσια Σύνοδο του ΔΝΤ στο Τόκιο ο Σόιμπλε ήρθε εκ νέου αντιμέτωπος με το ερώτημα, τι προτίθεται να κάνει η Ευρώπη για να επιλύσει το πρόβλημα της Ελλάδας. Αναφορικά με το ζήτημα αυτό, κανένας στην γερμανική κυβέρνηση δεν διαθέτει μία πειστική απάντηση. Η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι χρεοκοπημένη. Η νέα δανειακή βοήθεια βελτιώνει προσωρινά την κατάσταση, αυξάνει όμως μακροπρόθεσμα το βάρος του χρέους. Σε βάθος χρόνου υπάρχουν για την Ελλάδα δύο λύσεις. Είτε η χώρα θα εξέλθει της ευρωζώνης, προκειμένου με ένα υποτιμημένο νόμισμα να επανακτήσει την ανταγωνιστικότητά της. Αν δεν ακολουθηθεί αυτή η λύση, θα πρέπει να δοθεί στην Ελλάδα περισσότερος χρόνος, αλλά και να υπάρξει μερική άφεση χρέους. Η Ευρώπη θα πρέπει να αποφασίσει για έναν από τους δύο δρόμους και μάλιστα σύντομα. Μέχρι να γίνει αυτό, ο Σόιμπλε θα είναι υποχρεωμένος σε διεθνείς συναντήσεις να ανέχεται τις ίδιες ερωτήσεις.
Σε άρθρο της εφημερίδας Financial Times Deutschland γίνεται στην πρόταση της επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ για την επιμήκυνση του ελληνικού προγράμματος εξυγίανσης της οικονομίας και στις αντιδράσεις του γερμανού υπουργού οικονομικών και προσωπικού της φίλου, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Κατά την Λαγκάρντ η πολιτική της λιτότητας συρρικνώνει την οικονομία πολύ περισσότερο απ’ όσο μέχρι τώρα υπολογιζόταν. Γι’ αυτό και θα είναι πιο σημαντικό για την Ευρώπη, να εφαρμόσει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, παρά να προσπαθεί την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων. Με την πρότασή της για την Ελλάδα, η Λαγκάρντ φάνηκε να στηρίζει την απαίτηση του Έλληνα Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά για την επιμήκυνση κατά δύο χρόνια του χρόνου εφαρμογής των αναγκαίων περικοπών.
Η πρόταση της επικεφαλής του ΔΝΤ είναι ικανή να ξεκινήσει στην Ευρώπη μία ευρύτερη συζήτηση για το πόσο σκληρά θα πρέπει να αντιμετωπίζουν οι Βρυξέλλες τις υπερχρεωμένες χώρες, όχι μόνον την ευρωπαϊκής περιφέρειας, αλλά και χώρες του σκληρού πυρήνα της Ευρώπης, όπως η Γαλλία και η Ιταλία. Το αν η πρόταση της Λαγκάρντ τελικά θα επικρατήσει, είναι πάντως αβέβαιο, καθώς το μεγαλύτερο βάρος της διάσωσης της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας το έχουν αναλάβει τα κράτη της Ευρωζώνης και η ΕΚΤ. Πάντως, η διαμάχη για τα σωστά μέσα αντιμετώπισης της διεθνούς οικονομικής κρίσης κλιμακώνεται εκ νέου, με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να απορρίπτει με αυστηρότητα χθες όλες τις συμβουλές και την κριτική για την διαχείριση της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη. Σε σχέση με την απαίτηση της Λαγκάρντ για την χρονική επιμήκυνση του ελληνικού προγράμματος, ο Σόιμπλε αρνήθηκε μεν να σχολιάσει, παρέπεμψε όμως στην έκθεση της τρόικα για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. Επιπλέον, απέρριψε την εκτίμηση του ΔΝΤ, ότι μέχρι τώρα οι προσπάθειες των κρατών της Ευρωζώνης δεν έχουν αποδειχθεί αρκετές και τόνισε ότι η Ευρώπη θα λύσει τα προβλήματά της.
Άρθρο της αυστριακής εφημερίδας Wiener Zeitung υπό τον τίτλο «Το ΔΝΤ δείχνει την ήπια πλευρά του» αναφέρεται στην πρόταση της επικεφαλής του ΔΝΤ, για την επιμήκυνση του ελληνικού προγράμματος εξυγίανσης της οικονομίας σε συνδυασμό με νέα αναδιάρθρωση αλλά και στην επικέντρωση του επικεφαλής της Παγκόσμιας Τράπεζας Kim στην ανάπτυξη.
Ο αρθρογράφος τονίζει ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει πάρα πολύ από τον Μάρτιο του 2010, όταν πολλοί Ευρωπαίοι τάσσονταν υπέρ της συμμετοχής του ΔΝΤ στο πρόγραμμα βοήθειας της Ελλάδας, καθώς μόνο με αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλιζόταν η τήρηση από την Ελλάδα της σκληρής πολιτικής περικοπών και λιτότητας. Η Ευρ. Επιτροπή και η ΕΚΤ, λεγόταν τότε, δεν διαθέτουν την απαιτούμενη σκληρότητα για να επιτύχουν την πειθαρχία των δημοσιονομικών παραβατών. Μάλιστα, Χανς-Βέρνερ Ζιν από το Ινστιτούτο Ifo του Μονάχου εξέφραζε την άποψη ότι τα προγράμματα βοήθειας θα πρέπει να αναληφθούν αποκλειστικά από το ΔΝΤ, ώστε η λαϊκή οργή από την λιτότητα να μην έχει αποδέκτη την ΕΕ. Σε αυτό είχε απόλυτο δίκιο, καθώς η οργή των Ελλήνων έχει κύριο αποδέκτη το Βερολίνο και την Καγκελάριο Μέρκελ.
Σήμερα το ΔΝΤ, το οποίο πολλές φορές στο παρελθόν έχει κατηγορηθεί για νεοφιλελεύθερες απόψεις, επιδεικνύει ευγένεια και τάσσεται υπέρ μίας πολύ πιο ήπιας πολιτικής από τα άλλα μέλη της τρόικα, όπως άλλωστε διαφάνηκε και στην ετήσια σύνοδό του στο Τόκυο. Η αλλαγή πορείας δεν είναι τόσο απότομη, όσο φαίνεται. Πριν από μήνες η Lagarde εκφράστηκε εναντίον της εμμονής σε ορισμένους στόχους για το χρέος και υπέρ της τακτικής επιδίωξης μεταρρυθμιστικών στόχων και της λιτότητας. Σε διαφορετική περίπτωση, προειδοποίησε, η οικονομία θα συρρικνώνεται.
Το ΔΝΤ δεν αρνείται την ανάγκη περικοπών και λιτότητας, αλλά μειώνει την δόση. Αυτό δεν είναι αυτονόητο, καθώς ήταν το ΔΝΤ που έθεσε τον στόχο της μείωσης του ελληνικού χρέους στο 120% του ΑΕΠ μέχρι το 2020, ώστε να επιτευχθεί η βιωσιμότητά του. Το ότι η Ελλάδα δεν θα επιτύχει τον στο αυτό, είναι βέβαιο. Παρά το ότι το καταστατικό του ΔΝΤ θέτει ως προϋπόθεση για την παροχή βοήθειας την ύπαρξη προοπτικής, η Λαγκάρντ τάχθηκε υπέρ της επιμήκυνσης του ελληνικού προγράμματος, αίτημα που έχει διατυπώσει και ο Έλληνας Πρωθυπουργός Α. Σαμαράς. Αυτό όμως θα σήμαινε αυτομάτως την ανάγκη για ένα τρίτο πακέτο βοήθειας. Η Διευθύντρια του ΔΝΤ ζήτησε περισσότερο χρόνο και για την Πορτογαλία και για την Ισπανία.
Οι χειρισμοί του ΔΝΤ σε σχέση με την ευρωπαϊκή κρίση χρέους αποτελούν αντικείμενο κριτικής και εντός του Ταμείου. Δυσφορία προκαλούν τα τεχνάσματα του ΔΝΤ σε σχέση με τις εκθέσεις προόδου του ελληνικού προγράμματος, ενώ αναδυόμενες χώρες, όπως η Βραζιλία, έχουν ολοένα και λιγότερη κατανόηση για την ανάληψη πιστωτικών κινδύνων στην πλούσια Ευρώπη.
Η αλλαγή πορείας του ΔΝΤ οφείλεται στο ότι σκέπτεται ρεαλιστικά. Την ώρα που η Μέρκελ, όταν αναφέρεται στην Ελλάδα, έχει στο πίσω μέρος του μυαλού της το τι θα πουν οι πολίτες, το κοινοβούλιο και το Συνταγματικό Δικαστήριο, η Lagarde γνωρίζει ότι η διαρκής όξυνση της πολιτικής λιτότητας οδηγεί σε αδιέξοδο.
Γι’ αυτό και το ΔΝΤ ήταν η κινητήρια δύναμη και στην πρώτη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Η αναδιάρθρωση έπληξε κυρίως τις τράπεζες και τις ασφαλιστικές εταιρίες, αλλά το ελληνικό χρέος δεν μειώθηκε, καθώς επιβαρύνθηκε από τα πακέτα βοήθειας. Έτσι, το ΔΝΤ πιέζει τώρα για δεύτερη αναδιάρθρωση, αυτήν την φορά των απαιτήσεων των δημόσιων πιστωτών. Η ΕΚΤ και ο γερμανός υπουργός οικονομικών Σόιμπλε έχουν ήδη απορρίψει την ιδέα, την ώρα που ο Ράινερ Μπρέντερλε επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του συγκυβερνώντος φιλελεύθερου κόμματος FDP τάσσεται μόνον υπέρ της χρονικής επιμήκυνσης.
Ποιά θα μπορούσε να είναι η λύση; Το να αφεθεί η Ελλάδα να χρεοκοπήσει θα ισοδυναμούσε με την θανάτωση ενός ασθενούς, ο οποίος αρχίζει να βγαίνει από το κώμα. Αυτό το διαβλέπουν και οι Γερμανοί πολίτες, οι οποίοι σε δημοσκόπηση του ZDF τάχθηκαν κατά πλειοψηφία υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στην ευρωζώνη. Οι δημοσκοπήσεις του Αυγούστου παρουσίαζαν την ακριβώς αντίθετη εικόνα.
Η Ελλάδα βρίσκεται για πέμπτη χρονιά σε ύφεση. Τουλάχιστον η μείωση του μισθολογικού κόστους βοήθησε τόσο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, ώστε η βιομηχανική παραγωγή τον Αύγουστο να αυξηθεί για πρώτη φορά στα τελευταία τέσσερα χρόνια. Γι’ αυτό και η έκθεση της τρόικα, η οποία αναμένεται το αργότερο μέχρι τον Νοέμβριο, θα είναι μεν επικριτική αλλά όχι απορριπτική. Κανείς δεν αμφιβάλλει πλέον ότι η επόμενη δόση των 31,5 δις Ευρώ από την δανειακή βοήθεια θα εκταμιευθεί.
Υπό τον τίτλο «ευρώ εναντίον μάρκου», οι Financial Times Deutschland αναφέρεται στην παρουσίαση των βιβλίων δυο κορυφαίων οικονομολόγων, του Πέτερ Μπόφινγκερ(«Επιστροφήστο Μάρκο;») και του Χανς-Βέρνερ Ζιν («Η παγίδα του Target 2») σχετικά με την ευρω-κρίση. Σε αυτά παρουσιάζονται διαμετρικά αντίθετες απόψεις για το ποια θα πρέπει να είναι η πολιτική της Γερμανίας στο ζήτημα αυτό.
Ο Ζιν προτείνει, μεταξύ άλλων, τον περιορισμό του εσωτερικού μηχανισμού πληρωμών Target 2 και την θέσπιση της δυνατότητας προσωρινής αποχώρησης κρατών από την Ευρωζώνη. Ο Μπόφινγκερ από την πλευρά του υποστηρίζει ότι με αυτά τα μέτρα είναι βέβαιη η κατάρρευση της νομισματικής ένωσης και η επιστροφή στα εθνικά νομίσματα. Ο Ζιν αποφεύγει να απαντήσει στο ποιες θα ήταν οι επιπτώσεις για το σύνολο της Ευρωζώνης από την αποχώρηση ενός κράτους-μέλους της από αυτήν και υποστηρίζει ότι τον φόβο των επιπτώσεων από την έξοδο χωρών από την ευρωζώνη τον διασπείρουν οι τράπεζες.
Ο επικεφαλής του Ινστιτούτου Ifo του Μονάχου αντικρούει την άποψη της καγκελαρίου Μέρκελ, ότι η Γερμανία έχει επωφεληθεί από το Ευρώ, καθώς η ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας ήταν η μικρότερη σε ολόκληρη την Ευρωζώνη, πίσω μόνον από την Ιταλία. Ο Μπόφινγκερ υποστηρίζει ότι η απάντηση στο ζήτημα αυτό δεν είναι εύκολη, αλλά επισημαίνει ότι τα εμπορικά πλεονάσματα της Γερμανίας θα οδηγούσαν, αν υπήρχε το μάρκο, σε ισχυρή ανατίμησή του, πράγμα που τελικά θα έβλαπτε την οικονομία.
Σε σχέση με την ανάγκη πραγματοποίησης μεταρρυθμίσεων στην νότια Ευρώπη, ο Μπόφινγκερ εμφανίζεται πολύ πιο αισιόδοξος από τον Ζιν. Έτσι, θεωρεί ότι η αναγκαιότητα μείωσης των μισθών στην Ελλάδα δεν ήταν τόσο μεγάλη, όσο ελέγετο. Για να αποδείξει τους ισχυρισμούς του χρησιμοποιεί υπολογισμούς της Ευρ. Επιτροπής, σύμφωνα με τους οποίους το μισθολογικό κόστος σήμερα έχει αυξηθεί κατά 22% σε σχέση με το 1999, την ώρα που στον ευρω-χώρο η αύξηση έφτασε στο 23%. Επιπλέον, ο Μπόφινγκερ αξιοποιεί στοιχεία του ΟΟΣΑ, σύμφωνα με τα οποία σε όλες τις χώρες της νότιας Ευρώπης μέσα στα τελευταία 2-3 χρόνια σημειώθηκε αξιοσημείωτη πρόοδος. Ο Ζιν χρησιμοποιεί και αυτός στοιχεία του ΟΟΣΑ για να πείσει ότι οι τιμές σε Ελλάδα και Πορτογαλία είναι κατά πολύ υψηλότερες από αυτές της Τουρκίας: «Η Τουρκία έχει το ίδιο νερό, τα ίδια φαγητά και τα ίδια μνημεία με την Ελλάδα. Ωστόσο, η Ελλάδα είναι κατά 64% ακριβότερη». Επιπλέον, η Goldman Sachs εκτιμά την ανάγκη εσωτερικής υποτίμησης κατά 30% στην Ελλάδα, κατά 35% στην Πορτογαλία και 20% στην Ισπανία και την Γαλλία. Γι’ αυτό, η Ελλάδα και Πορτογαλία έχουν «μόνον ελάχιστες ελπίδες εντός του Ευρω-χώρου».
Κατά τον Ζιν, η συνέχιση της ευρωζώνης εξαρτάται μόνον από την πρωταθλήτρια στις πληρωμές Γερμανία. Οι υπερχρεωμένες χώρες θα πρέπει κατά την άποψή του να σκεφτούν το ενδεχόμενο εξόδου από την Ευρωζώνη. Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, το υψηλό επιτόκιο δανεισμού των υπερχρεωμένων χωρών είναι λογικό. Αντίθετα, ο Μπόφινγκερ αποδίδει «το μεγαλύτερο μέρος» των σημερινών προβλημάτων στην αποτυχία της αγοράς και προειδοποιεί ότι η επικράτηση απόψεων όπως αυτές που διατυπώνει ο Ζιν θα σήμαιναν το τέλος του Ευρώ. Στις υπερχρεωμένες χώρες θα ξεσπούσε κρίση, όλοι θα έσπευδαν στις τράπεζες να αποσύρουν τις καταθέσεις τους και τα κρατικά ομόλογα θα γίνονταν ακριβότερα. Για τον Μπόφινγκερ η λύση είναι η μεγαλύτερη ενσωμάτωση στην ΕΕ.